Αντώνιος Ι. Ζαρκανέλας (Δρ)
π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
Νομαρχίας Θεσ/νίκης
Την πρώτη Κυριακή του Οκτωβρίου του 1944 η Επαρχιακή Επιτροπή Πιερίας του ΕΑΜ είχε οργανώσει εκδηλώσεις εορτασμού των τριών ετών από την ίδρυση του ΕΑΜ στο χωριό Αρωνάς Πιερίας.
Τις ημέρες που είχαν προηγηθεί, η Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ συνέλαβε περισσότερους από πενήντα (50) αθώους πολίτες από την περιφέρειά μας κυρίως, και τους σκότωσαν όλους τη νύκτα του Σαββάτου. Όμως την Κυριακή μετά από μία απροσδόκητη και μεγάλης έντασης κατακλυσμιαίας βροχόπτωσης εμφανίστηκαν στους δρόμους του χωριού επιπλέοντα πτώματα. Δόθηκε εντολή να «παραχωθούν» τα πτώματα και ο «εορτασμός» συνεχίστηκε σαν να μην συνέβη τίποτε…
Ήταν 1η Οκτωβρίου 1944 και ήταν η πρώτη Κυριακή του μήνα κατά την οποία προγραμματίστηκαν από την Επαρχιακή Επιτροπή Πιερίας εκδηλώσεις για να τιμηθεί η 3η επέτειος από την ίδρυση του ΕΑΜ. Ανάλογες εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν την ίδια περίοδο, με εντολή της Κ.Ε. του ΕΑΜ, σε όλες τις επαρχίες και τους νομούς της χώρας. Οι εκδηλώσεις στην Πιερία θα πραγματοποιούνταν στον Αρωνά.
Οι Γερμανοί κατακτητές ήδη είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν τη χώρα. Ο κόσμος πληροφορούνταν από το ραδιόφωνο του BBC, κυρίως, για τις ευχάριστες εξελίξεις στα στρατιωτικά μέτωπα και την επικείμενη απελευθέρωση της χώρας. Εξάλλου, όπως είναι γνωστό, λίγες ημέρες αργότερα, στις 12 Οκτωβρίου 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα και στις 18 του ιδίου μήνα έφθανε στην Αθήνα η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Την ίδια περίοδο οργανώθηκαν σε ολόκληρη την Ελλάδα, από το ΚΚΕ, «παλλαϊκοί» εορτασμοί, πανηγύρια, ξεφαντώματα, για να ετοιμάσουν τον «λαό» για το τί θα ακολουθούσε μετά την αποχώρηση των κατακτητών… Στην εκδήλωση της Πιερίας θα μιλούσαν, όπως αναφέρει ο αυτόπτης μάρτυρας Σάββας Κανταρτζής, αντιπρόσωποι του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, της Αυτοδιοίκησης και των δύο κομμάτων ΚΚΕ και ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας). Ο Κανταρτζής, αγροτοσυνδικαλιστής και εκδότης εφημερίδας, στέλεχος του ΑΚΕ, ειδοποιήθηκε από το κόμμα του να συμμετάσχει στην εκδήλωση ως αντιπρόσωπός του και να μιλήσει ως εκπρόσωπος του.
Στον Αρωνά πήγε από νωρίς το Σάββατο με τη σύζυγό του για να ετοιμαστεί, να έρθει και σε επαφή με τους οργανωτές και τους παράγοντες του ΑΚΕ στον Αρωνά. Πήγε όμως να δει και δύο φίλους του που είχαν συλληφθεί από το ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με άλλους πενήντα. Εκεί ειδοποιήθηκε ότι ζητούν να τον δουν κάποιοι φίλοι και πήγε να τους δει. Ήταν οι δύο φίλοι του που μετά την επιθυμία και των οικείων θα πήγαινε ο Σάββας Κανταρτζής να τους δει ούτως ή άλλως. Πήγε σε μία αποθήκη που του είχαν πει ότι ήταν οι κρατούμενοι. Βρήκε τους φίλους του, τον Ηλία Νερόπουλο και τον Πλάτωνα Ρωσσέτο, πρόσφυγες και οι δύο, Πόντιος ο πρώτος, Ανατολικο-Θρακιώτης ο άλλος. Και οι δύο Βενιζελικοί, αντιγερμανοί, Αγγλόφιλοι. Τον πρώτο τον είχαν ήδη συλλάβει οι Γερμανοί με άλλους 104 Κατερινιώτες Πατριώτες και τους μετέφεραν στο Στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» όπου και κρατήθηκε σε απομόνωση τον Μάιο-Ιούνιο του 1943, ενώ ο δεύτερος ήταν επί 15 μήνες Δήμαρχος Κατερίνης και απολύθηκε από το καθεστώς Μεταξά. Συζήτησε με τους αγωνιούντες και με καταρρακωμένο ηθικό φίλους του προσπαθώντας να τους καθησυχάσει, λέγοντάς τους ότι τώρα με την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, που από μέρα σε μέρα έφθανε στην Αθήνα, δεν υπήρχε φόβος, ότι το πολύ-πολύ να δικαστούν από κανονικό Δικαστήριο και ότι θα πάει ευχαρίστως μάρτυρας υπεράσπισης.
Μετά την συνάντηση πήγε ήσυχος να ηρεμήσει στο σπίτι που φιλοξενούνταν. Εκεί έμαθε έκπληκτος ότι όλοι οι κρατούμενοι είχαν μεταφερθεί σε σπίτι στην άκρη του χωριού και ότι επρόκειτο οι του ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ να τους στείλουν στην «Ελεύθερη Ελλάδα»… Ήταν μια φράση που σήμαινε ότι θα τους έστελναν «…εις τας Αιωνίους Μονάς», δηλαδή θα τους εκτελούσαν… Πετάχτηκε από το κρεββάτι και πήγε στο σπίτι που του είπαν και που ήταν στην άκρη του χωριού, στον δρόμο για το χωριό Μοσχοπόταμος. Η σκηνή που αντίκρυσε, του θύμισε τις σφαγές των Αρμενίων στην Ορντού, στον Πόντο. Όπως και τότε, τώρα, ένας «συναγωνιστής», όχι Τούρκος αλλά Έλληνας, που ήταν όρθιος στο κεφαλόσκαλο της πέτρινης σκάλας ενός σπιτιού όπου πάνω είχε κατοικία και κάτω ήταν στάβλος ή αποθήκη, διάβαζε ονόματα από ένα χαρτί και όσοι άκουγαν το όνομά τους και κρατώντας κάποιο μπογαλάκι κατέβαιναν τη σκάλα και έμπαιναν σε σειρά στην πλευρά του σπιτιού. Έφυγε από το σπίτι συγκλονισμένος και απογοητευμένος, επειδή ακριβώς γνώριζε πολύ καλά ότι είχε ληφθεί η απόφαση αναίτιας εκτέλεσής τους.
Το πρωί της Κυριακής ξεκίνησε με θαυμάσιο καιρό, καταγάλανο ουρανό και έναν λαμπρό ανατέλλοντα ήλιο. Κόσμος άρχισε να φθάνει από την Κατερίνη και από τα γύρω χωριά. Σε κάνα δυο ώρες από την Ανατολή, ξαφνικά μαύρα, πυκνά σύννεφα συγκεντρώθηκαν σκεπάζοντας τον ουρανό πάνω από τον Αρωνά. Και ακόμα πιο ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν χοντρές στάλες βροχής, που έγινε καταρράκτης-ποτάμι, βροχή που συνοδεύονταν από αστραπές, βροντές και κεραυνούς. Οι δρόμοι μέσα σε λίγα λεπτά έγιναν ποτάμια και άδειασαν από κόσμο ο οποίος μπήκε άρον-άρον μέσα στα σπίτια, σε στάβλους, κάτω από στέγαστρα…
Ο Σάββας Κανταρτζής χώθηκε και αυτός σε ένα σπίτι στο οποίο έτυχε να είναι και ο υπεύθυνος του ΚΚΕ Αρωνά. Έπιασαν τη συζήτηση για τον παλιόκαιρο και την ατυχία, οπότε μπαίνουν μέσα στο σπίτι δυο νεαροί, μουσκεμένοι και λαχανιασμένοι και κάνουν νεύμα στον κομματικό υπεύθυνο. Πηγαίνει προς εκείνους, συζητούν με χειρονομίες, φεύγουν τα παιδιά και επιστρέφοντας στον Σάββα Κανταρτζή του λέει ότι με τη βροχή ξεχείλισε ο ξεροπόταμος δίπλα από το χωριό και κατέβασε τα πτώματα εκείνων τους οποίους είχαν εκτελέσει και είχαν πετάξει έξω από το χωριό. Έπλεαν νεκρά σώματα στους πλημμυρισμένους δρόμους του χωριού. Και εκείνος τους έδωσε εντολή «να μαζέψουν, με άλλα παιδιά, τα πτώματα, να ανοίξουν λάκκους και να τα παραχώσουν»… Το περιστατικό μαθεύτηκε και «όσοι» λέει ο Σ. Κανταρτζής «το έμαθαν από ψιθυρισμούς, σφράγισαν το στόμα τους από ντροπή και από φόβο - έκαναν πως δεν άκουσαν τίποτε». Σε κάθε περίπτωση, μέχρι να συνέλθει ο κόσμος, πέρασε το μεσημέρι ενώ οι περισσότεροι από την Κατερίνη και τα χωριά έφυγαν βιαστικά, με τη δικαιολογία του καιρού… και τους ψιθύρους που διέδωσαν οι οργανωτές ότι έρχονται οι Γερμανοί (!!)…
Μετά από όλα αυτά, θα περίμενε κανείς, οι διοργανωτές τής εκδήλωσης (ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ), έστω με πρόσχημα τον κακό καιρό, να ανακοινώσουν τη μη πραγματοποίηση της συγκέντρωσης και των ομιλιών. Μετά τη Θυσία Πενήντα Αθώων Άοπλων Ανθρώπων, πώς το άντεχαν να κάνουν και γιορτή και ομιλίες, είναι προς διερεύνηση… Έστω 75 χρόνια μετά… Ανθρώπων κανονικών, άοπλων, που, απλώς, δεν ήταν κομμουνιστές. Ήταν αστοί, νοικοκυραίοι, Φιλελεύθεροι και Λαϊκοί. Και αυτά αρκούσαν για να στιγματιστούν ως «αντιδραστικοί» και γι’ αυτό αναλώσιμοι.
Βιβλιογραφική Πηγή:
Κανταρτζής, Σάββας, 1984. Απομνημονεύματα ΝΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΡΟΜΦΑΙΑ. Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΕΩΣ, Αριθ. 22 Τόμ. ΙΒ΄, σελ. 1805-1822.
π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
Νομαρχίας Θεσ/νίκης
Την πρώτη Κυριακή του Οκτωβρίου του 1944 η Επαρχιακή Επιτροπή Πιερίας του ΕΑΜ είχε οργανώσει εκδηλώσεις εορτασμού των τριών ετών από την ίδρυση του ΕΑΜ στο χωριό Αρωνάς Πιερίας.
Τις ημέρες που είχαν προηγηθεί, η Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ συνέλαβε περισσότερους από πενήντα (50) αθώους πολίτες από την περιφέρειά μας κυρίως, και τους σκότωσαν όλους τη νύκτα του Σαββάτου. Όμως την Κυριακή μετά από μία απροσδόκητη και μεγάλης έντασης κατακλυσμιαίας βροχόπτωσης εμφανίστηκαν στους δρόμους του χωριού επιπλέοντα πτώματα. Δόθηκε εντολή να «παραχωθούν» τα πτώματα και ο «εορτασμός» συνεχίστηκε σαν να μην συνέβη τίποτε…
Ήταν 1η Οκτωβρίου 1944 και ήταν η πρώτη Κυριακή του μήνα κατά την οποία προγραμματίστηκαν από την Επαρχιακή Επιτροπή Πιερίας εκδηλώσεις για να τιμηθεί η 3η επέτειος από την ίδρυση του ΕΑΜ. Ανάλογες εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν την ίδια περίοδο, με εντολή της Κ.Ε. του ΕΑΜ, σε όλες τις επαρχίες και τους νομούς της χώρας. Οι εκδηλώσεις στην Πιερία θα πραγματοποιούνταν στον Αρωνά.
Οι Γερμανοί κατακτητές ήδη είχαν αρχίσει να εγκαταλείπουν τη χώρα. Ο κόσμος πληροφορούνταν από το ραδιόφωνο του BBC, κυρίως, για τις ευχάριστες εξελίξεις στα στρατιωτικά μέτωπα και την επικείμενη απελευθέρωση της χώρας. Εξάλλου, όπως είναι γνωστό, λίγες ημέρες αργότερα, στις 12 Οκτωβρίου 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα και στις 18 του ιδίου μήνα έφθανε στην Αθήνα η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Την ίδια περίοδο οργανώθηκαν σε ολόκληρη την Ελλάδα, από το ΚΚΕ, «παλλαϊκοί» εορτασμοί, πανηγύρια, ξεφαντώματα, για να ετοιμάσουν τον «λαό» για το τί θα ακολουθούσε μετά την αποχώρηση των κατακτητών… Στην εκδήλωση της Πιερίας θα μιλούσαν, όπως αναφέρει ο αυτόπτης μάρτυρας Σάββας Κανταρτζής, αντιπρόσωποι του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, της Αυτοδιοίκησης και των δύο κομμάτων ΚΚΕ και ΑΚΕ (Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας). Ο Κανταρτζής, αγροτοσυνδικαλιστής και εκδότης εφημερίδας, στέλεχος του ΑΚΕ, ειδοποιήθηκε από το κόμμα του να συμμετάσχει στην εκδήλωση ως αντιπρόσωπός του και να μιλήσει ως εκπρόσωπος του.
Στον Αρωνά πήγε από νωρίς το Σάββατο με τη σύζυγό του για να ετοιμαστεί, να έρθει και σε επαφή με τους οργανωτές και τους παράγοντες του ΑΚΕ στον Αρωνά. Πήγε όμως να δει και δύο φίλους του που είχαν συλληφθεί από το ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με άλλους πενήντα. Εκεί ειδοποιήθηκε ότι ζητούν να τον δουν κάποιοι φίλοι και πήγε να τους δει. Ήταν οι δύο φίλοι του που μετά την επιθυμία και των οικείων θα πήγαινε ο Σάββας Κανταρτζής να τους δει ούτως ή άλλως. Πήγε σε μία αποθήκη που του είχαν πει ότι ήταν οι κρατούμενοι. Βρήκε τους φίλους του, τον Ηλία Νερόπουλο και τον Πλάτωνα Ρωσσέτο, πρόσφυγες και οι δύο, Πόντιος ο πρώτος, Ανατολικο-Θρακιώτης ο άλλος. Και οι δύο Βενιζελικοί, αντιγερμανοί, Αγγλόφιλοι. Τον πρώτο τον είχαν ήδη συλλάβει οι Γερμανοί με άλλους 104 Κατερινιώτες Πατριώτες και τους μετέφεραν στο Στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» όπου και κρατήθηκε σε απομόνωση τον Μάιο-Ιούνιο του 1943, ενώ ο δεύτερος ήταν επί 15 μήνες Δήμαρχος Κατερίνης και απολύθηκε από το καθεστώς Μεταξά. Συζήτησε με τους αγωνιούντες και με καταρρακωμένο ηθικό φίλους του προσπαθώντας να τους καθησυχάσει, λέγοντάς τους ότι τώρα με την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, που από μέρα σε μέρα έφθανε στην Αθήνα, δεν υπήρχε φόβος, ότι το πολύ-πολύ να δικαστούν από κανονικό Δικαστήριο και ότι θα πάει ευχαρίστως μάρτυρας υπεράσπισης.
Μετά την συνάντηση πήγε ήσυχος να ηρεμήσει στο σπίτι που φιλοξενούνταν. Εκεί έμαθε έκπληκτος ότι όλοι οι κρατούμενοι είχαν μεταφερθεί σε σπίτι στην άκρη του χωριού και ότι επρόκειτο οι του ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ να τους στείλουν στην «Ελεύθερη Ελλάδα»… Ήταν μια φράση που σήμαινε ότι θα τους έστελναν «…εις τας Αιωνίους Μονάς», δηλαδή θα τους εκτελούσαν… Πετάχτηκε από το κρεββάτι και πήγε στο σπίτι που του είπαν και που ήταν στην άκρη του χωριού, στον δρόμο για το χωριό Μοσχοπόταμος. Η σκηνή που αντίκρυσε, του θύμισε τις σφαγές των Αρμενίων στην Ορντού, στον Πόντο. Όπως και τότε, τώρα, ένας «συναγωνιστής», όχι Τούρκος αλλά Έλληνας, που ήταν όρθιος στο κεφαλόσκαλο της πέτρινης σκάλας ενός σπιτιού όπου πάνω είχε κατοικία και κάτω ήταν στάβλος ή αποθήκη, διάβαζε ονόματα από ένα χαρτί και όσοι άκουγαν το όνομά τους και κρατώντας κάποιο μπογαλάκι κατέβαιναν τη σκάλα και έμπαιναν σε σειρά στην πλευρά του σπιτιού. Έφυγε από το σπίτι συγκλονισμένος και απογοητευμένος, επειδή ακριβώς γνώριζε πολύ καλά ότι είχε ληφθεί η απόφαση αναίτιας εκτέλεσής τους.
Το πρωί της Κυριακής ξεκίνησε με θαυμάσιο καιρό, καταγάλανο ουρανό και έναν λαμπρό ανατέλλοντα ήλιο. Κόσμος άρχισε να φθάνει από την Κατερίνη και από τα γύρω χωριά. Σε κάνα δυο ώρες από την Ανατολή, ξαφνικά μαύρα, πυκνά σύννεφα συγκεντρώθηκαν σκεπάζοντας τον ουρανό πάνω από τον Αρωνά. Και ακόμα πιο ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν χοντρές στάλες βροχής, που έγινε καταρράκτης-ποτάμι, βροχή που συνοδεύονταν από αστραπές, βροντές και κεραυνούς. Οι δρόμοι μέσα σε λίγα λεπτά έγιναν ποτάμια και άδειασαν από κόσμο ο οποίος μπήκε άρον-άρον μέσα στα σπίτια, σε στάβλους, κάτω από στέγαστρα…
Ο Σάββας Κανταρτζής χώθηκε και αυτός σε ένα σπίτι στο οποίο έτυχε να είναι και ο υπεύθυνος του ΚΚΕ Αρωνά. Έπιασαν τη συζήτηση για τον παλιόκαιρο και την ατυχία, οπότε μπαίνουν μέσα στο σπίτι δυο νεαροί, μουσκεμένοι και λαχανιασμένοι και κάνουν νεύμα στον κομματικό υπεύθυνο. Πηγαίνει προς εκείνους, συζητούν με χειρονομίες, φεύγουν τα παιδιά και επιστρέφοντας στον Σάββα Κανταρτζή του λέει ότι με τη βροχή ξεχείλισε ο ξεροπόταμος δίπλα από το χωριό και κατέβασε τα πτώματα εκείνων τους οποίους είχαν εκτελέσει και είχαν πετάξει έξω από το χωριό. Έπλεαν νεκρά σώματα στους πλημμυρισμένους δρόμους του χωριού. Και εκείνος τους έδωσε εντολή «να μαζέψουν, με άλλα παιδιά, τα πτώματα, να ανοίξουν λάκκους και να τα παραχώσουν»… Το περιστατικό μαθεύτηκε και «όσοι» λέει ο Σ. Κανταρτζής «το έμαθαν από ψιθυρισμούς, σφράγισαν το στόμα τους από ντροπή και από φόβο - έκαναν πως δεν άκουσαν τίποτε». Σε κάθε περίπτωση, μέχρι να συνέλθει ο κόσμος, πέρασε το μεσημέρι ενώ οι περισσότεροι από την Κατερίνη και τα χωριά έφυγαν βιαστικά, με τη δικαιολογία του καιρού… και τους ψιθύρους που διέδωσαν οι οργανωτές ότι έρχονται οι Γερμανοί (!!)…
Μετά από όλα αυτά, θα περίμενε κανείς, οι διοργανωτές τής εκδήλωσης (ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ), έστω με πρόσχημα τον κακό καιρό, να ανακοινώσουν τη μη πραγματοποίηση της συγκέντρωσης και των ομιλιών. Μετά τη Θυσία Πενήντα Αθώων Άοπλων Ανθρώπων, πώς το άντεχαν να κάνουν και γιορτή και ομιλίες, είναι προς διερεύνηση… Έστω 75 χρόνια μετά… Ανθρώπων κανονικών, άοπλων, που, απλώς, δεν ήταν κομμουνιστές. Ήταν αστοί, νοικοκυραίοι, Φιλελεύθεροι και Λαϊκοί. Και αυτά αρκούσαν για να στιγματιστούν ως «αντιδραστικοί» και γι’ αυτό αναλώσιμοι.
Βιβλιογραφική Πηγή:
Κανταρτζής, Σάββας, 1984. Απομνημονεύματα ΝΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΡΟΜΦΑΙΑ. Εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΕΩΣ, Αριθ. 22 Τόμ. ΙΒ΄, σελ. 1805-1822.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου