Ο Βασίλης Σαμπράκος διαβάζει τις βασικές συμβουλές που δίνει ένας δάσκαλος, ο οποίος τυγχάνει και προπονητής, προς τους γονείς που προβληματίζονται σχετικά με την καταλληλότητα του ποδοσφαίρου για το παιδί & σχετικά με την επίδραση της μπάλας στην μαθητική και τη φοιτητική προοπτική του παιδιού.
Σε ένα προηγούμενο σημείωμά μου επιχείρησα να αναρωτηθώ ακαδημαϊκά σχετικά με το αν έχει ή όχι αλλάξει ο ελληνικός κόσμος της «ακαδημίας ποδοσφαίρου» τόσο που το ποδόσφαιρο να βγάζει πλέον «καλύτερα» παιδιά, δηλαδή πιο καλά εφοδιασμένα για τη ζωή· όχι μόνο για το ποδόσφαιρο. Σήμερα πηγαίνω παρακάτω.
Ήταν επιθυμία μου να δημιουργήσω ένα κείμενο που να απαντά στις βασικές, τις πιο συνηθισμένες ερωτήσεις που δέχομαι από γονείς σχετικά με το ποδόσφαιρο. Μου συμβαίνει συνήθως να έρχομαι αντιμέτωπος με δύο διαφορετικές περιπτώσεις: γονείς που προβληματίζονται σχετικά με το αν πρέπει ή όχι να στρέψουν ή να επιτρέψουν την στροφή του παιδιού προς το ποδόσφαιρο, και γονείς που έχουν παιδί που παίζει ποδόσφαιρο και προβληματίζονται σχετικά με το πώς να καταφέρουν να το βοηθήσουν προκειμένου να συνδυάσει την αφοσίωση στο άθλημα με το σχολείο και τις σπουδές.
Μου συμβαίνει να έχω μελετήσει, και με όρους ακαδημαϊκούς, αρκετά τα σχετικά αντικείμενα. Την ανίχνευση και την ανάπτυξη του ποδοσφαιρικού ταλέντου, το sport coaching και την ψυχολογία, το coaching στις παιδικές ηλικίες και στις ηλικίες 12-14 ετών. Και το έχω κάνει τόσο μέσα από πανεπιστημιακά μαθήματα όσο και μέσα από την εκπαίδευση που προσφέρουν η αγγλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία, η αμερικανική ολυμπιακή επιτροπή, η ένωση των άγγλων προπονητών ποδοσφαίρου. Στον βαθμό που η ακαδημαϊκή και η βιωματική εμπειρία των περίπου τριών δεκαετιών με φέρνουν στη θέση να κρίνω, όσα θα διαβάσετε παρακάτω είναι σκέψεις, θέσεις, απόψεις και μεθοδολογία που όχι απλώς συμμερίζομαι αλλά τυχαίνει να συμπίπτουν με όλα όσα διδάσκεται κανείς σήμερα σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται ένα παιδί που έρχεται σε επαφή με το ποδόσφαιρο ή παίζει ήδη ποδόσφαιρο.
Οσα θα διαβάσετε παρακάτω είναι γραμμένα από τον Γιώργο Μυλωνά, έναν 35χρονο δάσκαλο δημοτικού, ο οποίος τυγχάνει συγχρόνως και προπονητής με εμπειρία εργασίας στις αναπτυξιακές ηλικίες του ποδοσφαίρου. Εξαρχής τον αντιλαμβανόμουν ως ιδανικό συνομιλητή και τελικά ιδανικό συγγραφέα ενός κειμένου που απευθύνεται σε γονείς, για να τους βοηθήσει, να τους υποστηρίξει και να τους καθοδηγήσει σχετικά με το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν τη σχέση του παιδιού με το ποδόσφαιρο. Διαβάζοντας όσα έγραψε ένιωσα πολύ καλά που έχω την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας λόγια που προσφέρουν αξία. Διότι δεν θεωρητικολογεί, αλλά μεταφέρει συμπεράσματα μέσα από τα βιώματά του, στο σχολείο και στις ακαδημίες ποδοσφαίρου.
«Η ενεργή συμμετοχή των παιδιών σε ένα άθλημα αποτελεί, πιστεύω, καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξη και την διαμόρφωση του χαρακτήρα ενός παιδιού. Από μικρές ηλικίες, παιδιά συμμετέχουν σε αθλητικούς συλλόγους, διαφορετικών αθλημάτων, ατομικών ή ομαδικών. Η επιλογή έγκειται στις προτιμήσεις του κάθε παιδιού.
Το ποδόσφαιρο, σαν το πιο δημοφιλές άθλημα στην Ελλάδα, προσελκύει και περισσότερα παιδιά στο να το προτιμήσουν. Άθλημα που δεν χρειάζεται εξοπλισμό, αρκεί να υπάρχει διάθεση και μία μπάλα. Καθημερινά συναντάμε παιδιά να παίζουν ποδόσφαιρο στις γειτονιές, στους δρόμους κλπ. Έτσι και στις Ακαδημίες ποδοσφαίρου υπάρχει αυξητική τάση εγγραφής παιδιών. Μετά την χαμένη ευκαιρία του 2004 για την αναδιοργάνωση του ποδοσφαίρου μας, καθώς και τα όσα συμβαίνουν στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, πολλοί γονείς έχουν αμφιβολίες για το αν το παιδί τους θα πρέπει να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο.
Οι γονείς πριν στείλουν τα παιδιά τους σε έναν αθλητικό σύλλογο, θα χρειαστεί να συζητήσουν με το παιδί τους. Να ακούσουν τα «θέλω» του. Υπάρχουν περιπτώσεις γονέων, που οι ίδιοι δεν κατάφεραν να κάνουν το όνειρό τους πραγματικότητα και πιέζουν σ’ αυτή την κατεύθυνση, χωρίς τα παιδιά να έχουν την θέληση ή τις δυνατότητες πολλές φορές.
Επίσης, οι ίδιοι γονείς θα πρέπει να ξέρουν ότι το παιδί τους θα συμμετέχει σε μια ομάδα ποδοσφαίρου, για την χαρά και την συμμετοχή. Αν το παιδί νιώσει ότι επικρίνεται ή ότι δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις γονέων και προπονητών, τότε είναι πολύ πιθανό να αναπτύξει αρνητικά συναισθήματα και δυστυχώς, να σταματήσει όχι μόνο το ποδόσφαιρο, αλλά και τον αθλητισμό γενικότερα.
Οι γονείς από την πλευρά τους να σκεφτούν τα θετικά που προσφέρει το ποδόσφαιρο:
Πρώτα απ’ όλα η άσκηση. Βοηθάει τα παιδιά να διαπλάσουν το σώμα τους και τη φυσική τους κατάσταση.
Η δημιουργία φίλων. Η κοινωνικοποίηση, που έχει δυσκολέψει αρκετά με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, οδηγεί και στην ομαδικότητα. Δεξιότητα που το παιδί αξιοποιεί σε όλες τις πτυχές της ζωής του (σχολείο, αγορά εργασίας).
Μαθαίνει να πειθαρχεί σε κανόνες, να οριοθετεί την συμπεριφορά σε σχέση με τα υπόλοιπα παιδιά, καθώς η ομάδα είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας.
Ο σεβασμός στον συμπαίκτη, στον αντίπαλο, στον διαιτητή, στην προσωπικότητα του καθενός.
Την προσπάθεια για να φτάσεις σε ένα στόχο. Είτε αυτό είναι μια πάσα, είτε είναι ένα γκολ. Η ενθάρρυνση από γονείς και προπονητή πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Πριν όμως οι γονείς γράψουν το παιδί του σε μια ακαδημία, έχουν την υποχρέωση να κάνουν έρευνα και να ενημερωθούν για τη φύση και τον τρόπο προπόνησης που παρέχουν οι Σύλλογοι που υπάρχουν στην περιοχή τους. Πόσο αξιόπιστοι είναι; Καλύπτουν τα στάνταρ που έχουν θέσει; Υπάρχει ασφάλεια; Είναι οι προπονητές καταρτισμένοι σωστά; Ειδικά το τελευταίο είναι ζωτικής σημασίας αν λάβουμε υπόψη μας ότι τα παιδιά είναι «πηλός». Ένας προπονητής μπορεί να τα επηρεάσει σημαντικά. Έτσι, ένας προπονητής που ενστερνίζεται τις υψηλές αξίες του αθλητισμού, είναι ικανός να τα «πλάσει» κατάλληλα και να δημιουργήσει έναν σωστό αθλητή.
Βέβαια, όπως είναι λογικό, αρκετοί γονείς αναπτύσσουν διάφορους προβληματισμούς. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φοβούνται ότι η ενασχόληση του παιδιού τους με το ποδόσφαιρο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και την επίδοσή τους στο σχολείο. Μην ξεχνάμε ότι όλα ξεκινάνε από την οικογένεια. Όταν το περιβάλλον του παιδιού του παρέχει ποικίλα ερεθίσματα, δύσκολα αυτό προσκολλάται-με απόλυτο τρόπο-σε ένα και μόνο αντικείμενο. Αν οι γονείς φοβούνται ότι το παιδί τους θα πάθει εμμονή με το να γίνει «ο επόμενος Μέσι», αυτό που μπορούν να κάνουν είναι να του προβάλλουν και άλλα πρότυπα, από διάφορους χώρους (π.χ επιστήμη, τέχνη) και να το εξοικειώσουν με το έργο τους.
Συχνά όμως τίθεται και το ζήτημα του χρόνου που δαπανάται. Κατά γενική ομολογία, στις μικρότερες ηλικίες οι απαιτήσεις για το σχολείο είναι λιγότερες κάτι που συνεπάγεται περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Αυτός ο χρόνος μπορεί να αξιοποιηθεί γράφοντας το παιδί σε μια ακαδημία ποδοσφαίρου. Βέβαια, όσο αυτό μεγαλώνει, αυξάνονται και οι υποχρεώσεις του για το σχολείο αλλά και για άλλες εξωσχολικές δραστηριότητες (πχ. φροντιστήρια). Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να θυσιαστεί το ποδόσφαιρο έναντι αυτών των δραστηριοτήτων. Όταν οι γονείς αντιλαμβάνονται ότι το παιδί τους αγαπάει πραγματικά το ποδόσφαιρο, θα πρέπει να φανούν υποστηρικτικοί. Μπορούν από κοινού να διαμορφώσουν ένα ημερήσιο πρόγραμμα που θα καλύπτει τις ακαδημαϊκές υποχρεώσεις του παιδιού, διατηρώντας ωστόσο το ποδόσφαιρο μέσα σ’ αυτό.
Οι γονείς θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους και είναι λογικό να δημιουργούνται προβληματισμοί. Οι προβληματισμοί αυτοί δεν θα πρέπει να εμποδίσουν την εμπλοκή του παιδιού με το ποδόσφαιρο, αφού μπορούν να αρθούν εύκολα με διάλογο και σωστή οργάνωση».
Μπάλα και σχολείο
«Έρευνες έχουν δείξει ότι οι μαθητές που αθλούνται συστηματικά, παράλληλα με το σχολείο και το διάβασμα τους, παίρνουν καλύτερους βαθμούς στο σχολείο από τους μαθητές που δεν γυμνάζονται.
Όπως προαναφέραμε, τα περισσότερα παιδιά στην Ελλάδα συμμετέχουν σε ακαδημίες ποδοσφαίρου, καθώς είναι και το πιο διαδομένο άθλημα στη χώρα μας. Οι γονείς εγγράφουν τα παιδιά εκεί για να χαρούν, να διασκεδάσουν και να δημιουργήσουν φιλίες. Η συμμετοχή όμως των παιδιών σε μια ακαδημία ποδοσφαίρου, εκτός από τις ευχάριστες πτυχές της, έχει και κάποιες καταστάσεις για τους γονείς που χρήζουν ειδικής μεταχείρισης.
Παρατηρείται το φαινόμενο, αρκετά παιδιά να παραμελούν τις υποχρεώσεις τους στο σχολείο και η μόνη τους ενασχόληση και σκέψη να είναι το παιχνίδι (ποδόσφαιρο). Οι γονείς θα χρειαστεί τότε, να συζητήσουν με το παιδί τους. Μπορεί να ακούγεται αρκετά απλοϊκό, ωστόσο είναι σημαντικό για τα παιδιά να νιώθουν ότι οι γονείς τους τα ακούν και τα στηρίζουν.
Μέσα από ήρεμες και πολιτισμένες συζητήσεις, οι γονείς μπορούν να τονίσουν την αξία και τη σημαντικότητα του σχολείου, χωρίς όμως να επιβάλλουν αυτά που πιστεύουν γιατί μόνο αντίθετα αποτελέσματα θα έχουν. Επομένως οι γονείς θα πρέπει, κάνοντας διάλογο με τα παιδιά τους, να τους επισημάνουν τα θετικά στοιχεία της μάθησης και της γνώσης, χωρίς εντάσεις και τάσεις επιβολής.
Επίσης, σε συζήτηση με τα παιδιά τους μπορούν να τους δώσουν «παραδείγματα» αθλητών-κυρίως ποδοσφαιριστών- που όχι μόνο έχουν διαπρέψει στο άθλημά τους αλλά και ταυτόχρονα έχουν ανταπεξέλθει και στις υποχρεώσεις των σπουδών τους. Τα παιδιά ταυτίζονται μ’ αυτούς και μπορούν να λειτουργήσουν σαν θετικά πρότυπα προς μίμηση.
Στις μεγαλύτερες ηλικίες, οι γονείς μπορούν να κάνουν μια «συμφωνία» με το παιδί τους. Για παράδειγμα, αν ολοκληρώσει τις δραστηριότητες του σχολείου για την επόμενη μέρα, θα μπορεί να συμμετέχει στο παιχνίδι με τους φίλους τους. Το ίδιο μπορεί να γίνει και με τους βαθμούς του. Χρειάζεται όμως προσοχή, ώστε να μην δημιουργηθούν αρνητικά συναισθήματα και τα αποτελέσματα να είναι αντίθετα.
Παράλληλα ενδείκνυται η δημιουργία ενός ημερήσιου προγράμματος. Το παιδί θα μάθει να βασίζεται στο πρόγραμμα αυτό και θα αρχίσει να λειτουργεί με σύστημα και συνέπεια. Θα διακρίνει ποιες είναι οι ώρες της μελέτης και ποιες του παιχνιδιού. Έτσι, θα δημιουργηθεί μια «ρουτίνα» στο παιδί και δε θα αντιμετωπίζει το διάβασμα ως μια υποχρέωση, αλλά ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ημέρας του.
Απαραίτητη στην όλη διαδικασία είναι και η συνεχής ανατροφοδότηση. Οι γονείς θα πρέπει να ενημερώνονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα για την πορεία του παιδιού τόσο από τους εκπαιδευτικούς του σχολείου όσο και από τους προπονητές τους. Είναι κάτι που οι γονείς θα πρέπει να τηρούν συστηματικά, ώστε να συζητούν για την εξέλιξη του παιδιού τους ή για τυχόν προβλήματα.
Τα παραπάνω βήματα ισχύουν και για τους γονείς που το παιδί τους όχι μόνο αγαπάει το ποδόσφαιρο αλλά έχει και δυνατότητες να προχωρήσει σε επίπεδο πρωταθλητισμού. Δημιουργείται το δίλλημα «σχολείο ή ποδόσφαιρο;».
Οι περισσότερες ώρες προπόνησης οδηγούν σε μεγαλύτερη κόπωση. Σε πολλές περιπτώσεις η κόπωση αυτή οδηγεί στην παραμέληση των υποχρεώσεων του σχολείου. Και πάλι οι γονείς θα χρειαστεί να συνεργαστούν με το παιδί, μιας και σε αυτή την ηλικία (μιλάμε για προεφηβεία ή εφηβεία) υπάρχει συναισθηματική αδυναμία και χρειάζεται υποστήριξη, ώστε τα παιδιά να καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στον διττό ρόλο τους: του μαθητή από τη μία και του ποδοσφαιριστή από την άλλη.
Καθώς μιλάμε για αυτές τις ηλικίες, πρέπει να έχουμε υπόψη μας το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, το οποίο βασίζεται κατά ένα μεγάλο ποσοστό στις γραπτές εξετάσεις, οι οποίες συνδέονται με την αγορά εργασίας αργότερα. Αν και μιλάμε για εντατικές προπονήσεις και το ενδεχόμενο του πρωταθλητισμού είναι πιθανό, οι γονείς θα πρέπει να εντρυφήσουν στα παιδιά τους την σημαντικότητα του σχολείου, των γνώσεων και των σπουδών για την δημιουργία ενός πολύπλευρου χαρακτήρα.
Επίσης θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η πιθανότητα τραυματισμού ή και απόρριψης, καθώς είναι αρκετά μεγάλη. Τα παιδιά θα πρέπει να κατανοήσουν ότι πρέπει να έχουν την εναλλακτική των σπουδών με σκοπό να εργαστούν-ως μετέπειτα ενήλικες- σε άλλον τομέα. Οι στόχοι που θα θέτονται από γονείς, προπονητές και παιδιά θα πρέπει να είναι ρεαλιστικοί, ενώ θα πρέπει να τονίζεται ότι σημασία έχει η προσπάθεια και να μην γίνει αυτοσκοπός η καριέρα και το επαγγελματικό συμβόλαιο.
Το γνωστό ρητό «Νους υγιής εν σώματι υγιεί» για μια ακόμη φορά έχει απόλυτη ισχύ, αφού στην περίπτωσή μας περιγράφει ένα παιδί που ανταποκρίνεται επαρκώς τόσο στις υποχρεώσεις του απέναντι στο σχολείο όσο και σε αυτές των προπονήσεων».
Είναι επιστήμη η υποστήριξη, η συμβουλευτική και η καθοδήγηση, όταν πρόκειται για τη σχέση του παιδιού με την μπάλα και το σχολείο. Υποστήριξη, συμβουλευτική και καθοδήγηση όχι μόνο για το παιδί αλλά και για τους γονείς του. Συνήθως, αν όχι πάντα, οι γονείς είναι που κάνουν το λάθος, και σε κάθε περίπτωση είναι οι γονείς που μπορούν να συνειδητοποιήσουν το λάθος και να αλλάξουν στάση ώστε να λύσουν το πρόβλημα ή να προλάβουν τη ζημιά. Τα παιδιά, είναι παιδιά. Οι γονείς είναι που βελτιώνουν ή καταστρέφουν τη σχέση του παιδιού με το ποδόσφαιρο. Οι γονείς είναι που μπορούν να μεγαλώσουν ένα παιδί που θα δώσει σημασία στην μόρφωση και θα τη συνδυάσει με τον αθλητισμό ακόμη και στο επίπεδο του υψηλού αθλητισμού και του πρωταθλητισμού. Οι γονείς είναι πρωτίστως αυτοί που χρειάζονται υποστήριξη, συμβουλές, καθοδήγηση· πρώτα αυτοί, ώστε να τα έχει όλα αυτά έπειτα και το παιδί.
Πηγή gazzetta.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου